Ιστορίες γένους θηλυκού – Μάγδα Σγούρου

Ιστορίες γένους θηλυκού

Μάγδα Σγούρου
Φιλόλογος
Από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου Ιστορίες γένους θηλυκού στις 18 Μαΐου 2009 στην Πινακοθήκη του Δήμου Κερκυραίων. (βλ. βίντεο στη σελίδα Νέα-Εκδηλώσεις)
Τη Λιάνα Βραχλιώτη ως συγγραφέα τη γνωρίσαμε το 2002, όταν με «μπλε ποδιά και άσπρη κορδέλα» ήρθε απροσδόκητα να μας ξυπνήσει εφηβικές μνήμες, να ζωντανέψει εικόνες μιας άλλης Κέρκυρας και με μια βιωματική εμπειρία  να μας θυμίσει πόσο τελικά το στίγμα μιας εποχής [73-75] άφησε έντονο αποτύπωμα στη δική μας γενιά.

Το 2006 το βιωματικό στοιχείο υποχωρεί και αφήνει χώρο να ανασάνει η μυθοπλασία. Αρχίζοντας το ταξίδι της από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη η ηρωίδα της, το Μαρουλάκι, δηλώνει πεισματικά «εγώ δε θα κλάψω», έστω κι αν βλέπει τη ζωή της να κυλάει ερήμην της, αφήνοντας την αμέτοχη στα δρώμενα της. Το Μαρουλάκι έφυγε από το νησί- αόριστα- στις αρχές του 60 και λίγα χρόνια αργότερα επέστρεψε σε αυτό. Ξέρουμε πως μπορεί να μην αναφέρεται ρητά, ότι κάπου λέει κάτι για Κυκλάδες, όμως το νησί είναι η Κέρκυρα. Η αποσιώπηση αυτή μας  οδηγεί σε μια επιτρεπτή γενίκευση: σε αυτό το χρόνο, σ’ οποιοδήποτε ελληνικό –φτωχό, άγονο και χωρίς οικονομικής ανάπτυξης προοπτικές νησί θα μπορούσε να ξετυλιχτεί ο μύθος.

Και το Νοέμβρη του 2008 τα μεγάλα βιβλιοπωλεία της Αθήνας [Ιανός, Ελευθερουδάκης κ.α.] γεμίζουν Κέρκυρα και προτείνουν Ιστορίες γένους θηλυκού.

Με τις ιστορίες, η συγγραφέας επιστρέφει στην Κέρκυρα και περνάει στη δεκαετία του 90. Επειδή η Κέρκυρα είναι και αυτή γένους θηλυκού και θα πει και τη δική της ιστορία, θα ξετυλίξει όλη της τη ματαιοδοξία, τη φιλαρέσκεια, την κοκεταρία και τη φιλοχρηματία της. Ύπουλα και μεθοδικά θα διαβρώσει τη ζωή της Έλενας, θα κατευθύνει τη ζωή της Φρίντας, θα αλλάξει τη ζωή της Καίτης, θα αναδείξει τα αδιέξοδα της Μαριάνας θα αγκαλιάσει την καθημερινή πάλη της Φαίδρας.

Θα σταθεί η Κέρκυρα ως τραγική ηρωίδα άλλου τύπου που δεν αντιπαλεύει, αλλά αποδέχεται τη μοίρα της παθητικά εξ αιτίας του βιασμού που υπέστη από την αχόρταγη τουριστική βιομηχανία.

Τυχαία ,μέσα από αδόκητα γεγονότα, οι ηρωίδες θα αναγνωρίσουν την Κέρκυρα ως πρωταγωνίστρια στους πολλαπλούς ρόλους της δικής τους ζωής.

Μια τρομοκρατική επίθεση και ένα οικονομικό πακέτο διακοπών ευθύνονται για τον ερχομό της Φρίντας στην Κέρκυρα. Ένα ηλιακό έγκαυμα για τη γνωριμία της με το νεαρό γιατρό, τον Αλέξανδρο και την εγκατάσταση της στο νησί, που η Φρίντα θα εγκαταλείψει μετά λίγα χρόνια. Θα πάρει από το χέρι την κόρη της και στις αποσκευές της πίκρα, ματαίωση, κενότητα, υποκρισία, προδοσία.

Ίσως αν η αδελφή της Καίτης είχε επιλέξει κάποιον άλλο προορισμό, αν είχε θελήσει κάπου αλλού να στεγάσει τα όνειρα της, ίσως η Καίτη να μην είχε βρεθεί στην Κέρκυρα.

Συγκυριακά λοιπόν  και η Καίτη έρχεται από την Αλβανία, αφήνοντας προσωρινά πίσω τα παιδιά της ως οικονομική μετανάστρια στο νησί – αποφασισμένη να κυνηγήσει το μέλλον, να γνωρίσει τη ζωή που έλεγαν πως υπάρχει  και αυτή ποτέ μέχρι τότε δεν είχε συναντήσει.

Η Μαριάνα θα επιστρέψει στην Κέρκυρα διακόπτοντας τις σπουδές της στην Αθήνα εξ αιτίας ενός θανάτου, θα παραμείνει, γιατί απρόσμενες οικογενειακές εξελίξεις θα υφάνουν τον ιστό της προσωπικής της παγίδευσης. Και σιγά – σιγά, αργά επώδυνα θα βυθιστεί σε ένα τέλμα χωρίς προοπτική εξόδου. Ακμή και παρακμή χωρίς επιστροφή, μοναξιά και αδιέξοδες καταστάσεις, βύθισμα και αδυναμία αντιμετώπισης της ίδιας της ζωής θα την οδηγήσουν στην τελική της επιλογή, την παραίτηση, τη φυγή.

Η Λένη πήγε σχολείο, γιατί δεν άντεχε το μάζεμα της ελιάς και τη φωνή της μάνας. Πήγε αγγλικά, γιατί δεν άντεχε να μην καταλαβαίνει  τους νέους γλωσσικούς κώδικες που κάποιος tour operator έφερε στο χωριό της. Έγινε Έλενα για να παντρευτεί  το μεγαλοξενοδόχο ιδιοκτήτη του πολυτελούς συγκροτήματος [πάλι στο χωριό της, που σαν άλλη μαντάμ  Σουσού  φτιασιδώνεται και σνομπάρει τους πτωχούς] και για να καλύψει την απόσταση που τη χώριζε από τους επαγγελματικούς  και φιλικούς κύκλους του άντρα της. Και ως Έλενα εισέπραξε το τίμημα  της υπεροψίας της, της μωροφιλοδοξίας, της υπερφίαλης εγωπάθειας, της υποκρισίας, της ίντριγκας , της υφέρπουσας δολοπλοκίας της. Εγκλωβισμένη πιάστηκε στις ξόβεργες των μηχανορραφιών της. Η Έλενα στην Κέρκυρα. Η Έλενα και η Κέρκυρα. Δυο πανομοιότυπες πορείες γένους θηλυκού.

Και η Φαίδρα. Μένει στην Κέρκυρα. Βιώνει την καθημερινότητα της. Παρακολουθεί τις αλλαγές στη ζωή της: Πρώτα σαν θεατής, αποστασιοποιημένη. Μα κάποια στιγμή παύει να είναι ενεργούμενη, συνειδητοποιεί ότι την κατευθύνουν οι καταστάσεις αντί να τις κατευθύνει αυτή, βγαίνει από τα νεφελώματα της, παύει να εθελοτυφλεί και αγωνίζεται για να ισορροπήσει τη ζωή της , που την οριοθετούν οι δικές της ιστορίες γένους θηλυκού, η φιλία, η αγάπη, η οικογένεια, η μητρότητα, η ευσυνειδησία, η δοτικότητα και η βουλιμία όταν η συναισθηματική φόρτιση ξεπερνάει τα όρια.

Πέντε γυναικεία πρόσωπα λοιπόν , φαινομενικά πέντε ανεξάρτητες ιστορίες, που όμως σπονδυλωτά θα συγκλίνουν και θα ακουμπήσουν την ψυχή τους στην Κέρκυρα, που άλλοτε θα  τα αγκαλιάσει ως μάνα στοργική , άλλοτε ως μάνα σκληρή θα τα αποδιώξει.

Με τις ιστορίες γένους θηλυκού η συγγραφέας εγκαταλείπει την ευθύγραμμη αφήγηση. Οι ιστορίες γράφονται σε τρίτο πρόσωπο ετεροδιηγητικά, αφού η Λιάνα δεν έχει ως αφηγήτρια συμμετοχή σε όσα διηγείται. Οι πρόσθετες πληροφορίες, οι διευκρινίσεις, δίνονται μέσα από τις αναχρονίες, τις παραβιάσεις στη φυσική σειρά των γεγονότων είτε με τη μορφή των αναδρομών είτε των αναλήψεων. Οι ηρωίδες θυμούνται, οι ηρωίδες προσπερνούν καταστάσεις  και δίνουν με τη συγκεκριμένη επιτάχυνση πιο γρήγορο ρυθμό στην αφήγηση, οι ηρωίδες στέκονται στη λεπτομέρεια της περιγραφής  του τοπίου επιβραδύνοντας το ρυθμό, οι ηρωίδες στρέφονται γύρω από προβληματισμούς και σκέψεις τόσο, όσο χρειάζεται για τον προϊδεασμό του αναγνώστη.

Έτσι τα περιστατικά της αφήγησης που παρουσιάζονται με φορά από το παρόν στο παρελθόν και επιστροφή στο παρόν, αν και αρχικά δίνουν την εντύπωση ότι δε σχετίζονται μεταξύ τους –τουλάχιστον όχι ιδιαίτερα– στην πραγματικότητα όμως είναι γεγονότα απόλυτα συνδεδεμένα γι΄ αυτό και οι πρόσφατες αφηγήσεις ανακαλούν στη μνήμη τις προηγούμενες και ολοκληρώνουν τον άξονα καθιστώντας τον συμπαγή και στέρεο.

Το έργο της Λιάνας Βραχλιώτη κρατάει μια χρυσή ισορροπία ανάμεσα σε περιεχόμενο και μορφή, ανάμεσα σε αλήθεια και φαντασία. Η ζωή που απεικονίζεται στο έργο, τα πρόσωπα που διαγράφονται, αναφέρονται σε ορισμένες αξίες, δεν αιωρούνται στο κενό. Και όλα αυτά είναι η ζωή. Τα υπόλοιπα είναι τέχνη. Άρα ο μύθος και η πλοκή μόνα τους αποτελούν ιδιωτική υπόθεση, προσωπική, υποκειμενική, εξωκοινωνική. Χρειάζεται η τεχνική για να απλωθεί ο μύθος, να γίνει ανοικτός, ελεύθερος, δυναμικός. Γιατί τότε μόνο θα αποτελέσει το έργο όργανο επικοινωνίας ανθρώπινης, θα γίνει μέσο γνωριμίας. Έρχεται λοιπόν η τεχνική να σταθεί πλάι στο μύθο, ώστε ο μυθιστοριογράφος να πετύχει τη συνομιλία του αναγνώστη με τον άνθρωπο, σπάζοντας τα φράγματα της ψυχής και χαράζοντας δρόμους για την κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης και των αναζητήσεων για τη δικαίωση της.

Το μυθιστόρημα μας μαθαίνει να ζούμε με τους άλλους στο χώρο και στο χρόνο,στην ιστορία και στην πολιτεία, στην κοινωνία και την εποχή

Και ναι, με τις ηρωίδες του βιβλίου επικοινωνήσαμε. Άλλοτε εκφράζοντας τη συμπαράσταση, άλλοτε την κατανόηση, άλλοτε το θυμό ή την αποστροφή μας, μα πιο συχνά επικοινωνούμε βιωματικά. Γιατί πλάι στη Φρίντα, τη Φαίδρα, την Καίτη, την Έλενα ή τη Μαριάνα βάζουμε κομμάτια της δικής μας ζωής, λες κι έχουμε μια κοινή αποστολή που υπερβαίνει το άτομο.

Αυτά βέβαια δίνονται στον αναγνώστη εξαιτίας της έμφυτης και διαρκώς εξελισσόμενης αφηγηματικής ικανότητας της Λιάνας που διευκολύνει την εξομολόγηση και την έκφραση –όπως βλέπουμε – όχι μόνο των βιωμένων περιστατικών.

Αυτό δε σημαίνει ότι το έργο της Λιάνας είναι μια απλή και παθητική αντανάκλαση πραγμάτων. Ούτε ότι η μυθιστοριογράφος ανέπτυξε όλες της τις δυνάμεις για να «αποκοινωνικοποιηθεί». Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Αφού ο λόγος είναι όργανο προσωποποιημένο από τη συγγραφέα για κάποιο σκοπό. Αφού η πραγματικότητα, η μυθοπλασία  και η πληροφορία φωτογραφίζεται, αποκαλύπτεται, ενυπάρχει στις λέξεις. Όλα είναι λόγος. Και όλα θα είναι παραπλανητικά αν καταδειχθούν με τη γλώσσα και δεν αναδείξουν ταπεινά και περήφανα τον κόσμο της γλώσσας.

Έτσι στις ιστορίες ο μικρο-περίοδος, κοφτός, ζωντανός λόγος αναδεικνύει την εποχή, το ήθος  και την οπτική προσέγγισης των πραγμάτων, ζωγραφίζει το χθες, κινηματογραφεί το σήμερα και πείθει τον αναγνώστη  τους να συμμετέχει ενεργητικά σε ένα έργο ευχάριστο, δροσερό με απρόσμενες ανατροπές.

Το ταξίδι  στην Κέρκυρα και η ψηλάφηση του χάρτη της ζωής των ηρώων γίνεται στις ιστορίες με μέσο την απλή φροντισμένη καθομιλουμένη γλώσσα με έντονα στοιχεία προφορικότητας, όπου όμως οι διάλογοι το απαιτούν χρησιμοποιούνται ιδιωματικές Κερκυραϊκές εκφράσεις, πληροφορίες λαογραφικό που ενδιαφέροντος αλλά και αποκάλυψη των συναισθηματικών σχέσεων βασικών ηρώων.

Το ύφος είναι απλό, άμεσο, αβίαστο, ειρωνικό [όταν ετοιμάζει κάποια ηρωίδα τον αυτοσαρκασμό της], ρεαλιστικά λιτό στις περιγραφές της πόλης της  Κέρκυρας, με λυρική νοσταλγική διάθεση στις περιγραφές της εξοχής, σε κανένα όμως σημείο κραυγαλέο και εξεζητημένο.

Γυναίκα λοιπόν η συγγραφέας, γυναίκες και οι ηρωίδες. Μήπως απευθύνεται και σε αναγνωστικό κοινό γένους θηλυκού; Όχι βέβαια. Οι γυναίκες  δεν είναι αυθύπαρκτα όντα κάποιου άλλου πλανήτη. Είναι μανάδες, σύντροφοι, σύζυγοι, αδελφές, φίλες, ερωμένες κάποιων ανδρών. Και στις ιστορίες γένους θηλυκού οι άντρες ανάλογα με την αγωνιστικότητα ή το συμβιβασμό τους, το κυνήγι του εφικτού ή του ανέφικτου, την ελευθερία ή τον εγκλωβισμό τους, τη δύναμη ή την αδυναμία τους, την αποφασιστικότητα ή την υποταγή  τους, σηματοδοτούν σχέσεις ζωής και διαμορφώνουν συμπεριφορές.

Συμπερασματικά, δε θα ήθελα να καταλήξουμε πως οι ιστορίες επειδή είναι γένους θηλυκού απευθύνονται και σε γένους θηλυκού κοινό. Γιατί τότε θα προδίδαμε την κύρια λειτουργία του μυθιστορήματος που είναι η επικοινωνία, όχι η γυναικεία αλλά η ανθρώπινη.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ